Κάθε χρόνο όπως είναι το έθιμο πλήθος παιδιών ξεχύνεται στα σπίτια και με τρίγωνο, κάποιο άλλο μουσικό όργανο ή και χωρίς τραγουδούν τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς και με τον τρόπο αυτό καλωσορίζουν το νέο έτος. Από πού προήρθαν όμως τα κάλαντα, πότε και τι σημαίνουν οι στίχοι τους;
Στο τραγούδι που ακούγεται σήμερα κάθε χρόνο είναι ενσωματωμένα τα «άσματα αγερμού» που πιθανολογείται πως ανάγονται στα χρόνια του Βυζαντίου. Στους πρώτους στίχους τα κάλαντα μιλούν για την αρχή του νέου χρόνου στη συνέχεια οι στίχοι αλλάζουν και φαίνεται να προέρχονται από τη Λόγια παράδοση. Σε κάποια σημεία παρατηρούμε πως δεν έχουν ροή. Για παράδειγμα τι θα πει «ψηλή μου δεντρολιβανιά». Αν και οι εκφράσεις αυτές είναι περίεργες υπάρχει εξήγηση.
Σε αυτό συνέβαλαν οι Καλανδιστές, οι οποίοι αυτοσχεδίαζαν βάζοντας στίχους στο μοτίβο της μελωδίας των καλάντων. Από τον 13ο αιώνα κάποιος νέος ενώ έψαλλε τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς έξω από ένα αρχοντικό σκέφτηκε μέσα από το τραγούδι να περάσει ένα μήνυμα στην κοπέλα που κρυμμένη τον άκουγε και έκανε πως δεν τον ήθελε. Έτσι αυτός χρησιμοποιούσε ωραίες εκφράσεις, έξυπνα κοσμητικά επίθετα για να τα καταφέρει και να κολακέψει την κοπέλα. Λέγεται πως επρόκειτο για μορφωμένο νέο ίσως από τα Επτάνησα στην εποχή της Φραγκοκρατίας.
Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική λέξη «calenda» που σημαίνει αρχή του μήνα και διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ.
Θεωρείται ότι η ιστορία τους προχωρεί πολύ βαθιά στο παρελθόν και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί και αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα.
Την εποχή εκείνη τα παιδιά ενώ τραγουδούσαν κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης, στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (η λεγόμενη ειρεσιώνη και πάνω του κρεμούσαν κόκκινες και άσπρες κλωστές ή κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Στο Βυζάντιο κρατούσαν ραβδιά, ή φανάρια, ή ομοιώματα πλοιαρίων ή και κτιρίων, στολισμένα και τραγουδώντας με τη συνοδεία τυμπάνου. Σήμερα ακούμε κάλαντα πολλά και ποικίλα, με πολλές παραλλαγές ανάλογα την περιοχή της χώρας.
Στη Μακεδονία κατά το έθιμο της Πρωτοχρονιάς άτομα μεγάλης ηλικίας γυρνούν μεταμφιεσμένα στα σπίτια. Η αμοιβή τους είναι: αλεύρι, τραχανάς, λουκάνικα και άλλα είδη τροφίμων και πάλι μεταμφιεσμένοι και κρατώντας κουδούνια που δημιουργούν δυνατό θόρυβο περιφέρονται την παραμονή των Φώτων. Ο θόρυβος αποβλέπει να φοβίσει και να διώξει τους καλλικάντζαρους.
Στη Μύκονο τα παιδιά κρατούν στο χέρι τους φαναράκι που το ανάβουν σε εκκλησία του Αγίου Βασιλείου.
Στη Σίφνο για το κάθε παιδί γράφονται διαφορετικοί στίχοι από λαϊκούς ποιητές.
Σε χωριά της Μάνης την παραμονή της πρωτοχρονιάς, βγαίνουν στον “Άγιο Βασίλη” κρατώντας μια κλάρα ελιές με καρπό. Σε κάθε σπίτι που πηγαίνουν κόβουν και από ένα κλαδάκι ελιάς και το έβαζαν κοντά στο τζάκι. Ήταν για βοήθεια και θα έμενε εκεί για αρκετό χρονικό διάστημα.
Παλιότερα η αμοιβή των καλανδιστών ήταν φρούτα, καρποί, τρόφιμα, κουραμπιέδες, μελομακάρονα και γλυκά. Πλέον περισσότερο το χρηματικό ποσό.
Όπως και να έχει είναι σπουδαίο και όμορφο να τηρούμε τα έθιμα και τις παραδόσεις. Μόνο έτσι θα διατηρηθεί και η ιστορία μας. Ανοίξτε λοιπόν την πόρτα στα παιδιά και φέτος και ακούστε τα κάλαντα της περιοχής χαρούμενοι και γεμάτοι δύναμη για την αρχή του νέου χρόνου.
Ελπίζω να είναι και ο πιο όμορφος χρόνος για εσάς!
Βασιλική Ζήση
Σοπράνο κολορατούρα