Σίγουρα το μυαλό σας θα πήγαινε σε εύσωμους κυρίους και κυρίες να τραγουδούν σε γραμμή, σε μορφή συναυλίας. Έτσι; Τι θα γινόταν αν σας έλεγα ότι η όπερα είναι στην πραγματικότητα ο πρωταθλητισμός του τραγουδιού; Το Champions league ας πούμε; Θα ήταν έκπληξη έτσι; Λοιπόν, ας δούμε μαζί γιατί δεν είναι και τόσο…
Όπερα ονομάζεται το είδος του Θεάτρου που συνδυάζει δυο Τέχνες μαζί. Αυτές είναι η Υποκριτική και η Μουσική (στη συγκεκριμένη περίπτωση το τραγούδι). Και τα δύο πρέπει να συνδυάζονται στην τελειότητα ταυτοχρόνως, γι αυτό και είναι ένα δύσκολο για τον ερμηνευτή είδος, που όταν όλα λειτουργούν καλά, αυτό το κάνει πανέμορφο, λυτρωτικό και θαυμαστό στο θεατή. Η όπερα προσφέρει όλα τα συναισθήματα στη φυσική τους απλότητα αλλά και στην υπερβολή τους και όλα αυτά δεμένα με μια πανέμορφη μουσική. Αυτός δεν είναι άλλωστε και ο λόγος που πηγαίνει κάποιος στο θέατρο; Ένα γέλιο ή ένα λυτρωτικό δάκρυ; Χαρακτηριστικές είναι οι όπερες του G. Puccini, του G. Verdi και της εποχής του Bel Canto κατά τη γνώμη μου, όπου η ροή και η εναλλαγή χαρούμενων συναισθημάτων είναι ατελείωτη. Το starting pack κάποιου που θέλει για πρώτη φορά να δει όπερα θα ήταν για εμένα η La Boheme και η Tosca του G. Puccini, ο Rigoletto του G. Verdi,ο Faust του C. Gounod, η Carmen και το Le pecheus des perles του G. Bizet και ο Don Giovanni του W.A. Mozart.
Η όπερα ως είδος αναπτύχθηκε από το 1639 κυρίως στην Ιταλία αλλά και σε άλλες δυτικές χώρες όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Γαλλία και έχει ρίζες στο αρχαίο ελληνικό θέατρο και στις ραψωδίες. Είναι στην πραγματικότητα μουσική πάνω σε ένα θεατρικό- ποιητικό κείμενο. Ο τραγουδιστής- ηθοποιός παίζει κανονικά θέατρο αλλά αντί απλώς να μιλά ή να απαγγέλει, τραγουδά. Σκεφτείτε πόσο όμορφο μπορεί να είναι όταν ένας χαρακτήρας σε ένα έργο πεθαίνει και αντί να ουρλιάζει, τραγουδά το κύκνειο άσμα του, μεταφέροντας όλο το φυσικό του πόνο στη μουσική.
Η όπερα, όπως και όλες οι Τέχνες, πέρασε από πολλές στυλιστικές περιόδους ανά το πέρασμα των αιώνων, όπου τα θέματα των υποθέσεων και κυρίως η μουσική, άλλαζαν. Τέτοιες ήταν ενδεικτικά το Μπαρόκ, η Κλασσική περίοδος, η Ρομαντική περίοδος, ο Βερισμός, ο Ιμπρεσσιονισμός και άλλα.
Επίσης, το αρχαίο ελληνικό θέατρο δεν είναι η μόνη επαφή της όπερας με την Ελλάδα, καθώς η χώρα μας έχει γεννήσει πολλούς εκπροσώπους της παγκοσμίως, με αποκορύφωμα βεβαίως τη Μαρία Κάλλας, η οποία φημιζόταν για την απίστευτη παρουσία και υποκριτική της ενέργεια στη σκηνή.
Ας μιλήσουμε όμως και λίγο για τις κατηγορίες των φωνών. Ένας διαχωρισμός θα μπορούσε να είναι η Σοπράνο (η ψηλή γυναικεία φωνή), η Μέτζο (η μεσαία γυναικεία φωνή), Η Άλτο (η χαμηλή γυναικεία φωνή), ο Τενόρος (η ψηλή αντρική φωνή), ο Βαρύτονος (η μεσαία ανδρική φωνή) και ο Μπάσος (η χαμηλή ανδρική φωνή).
Η τεχνική του κλασσικού τραγουδιού βασίζεται στην ανάγκη εκείνης της εποχής οι τραγουδιστές οι τραγουδιστές να μπορούν με τη φωνή τους να περάσουν με φυσικό τρόπο την ορχήστρα (πολλές φορές και 100 ατόμων) καθώς δεν υπήρχαν μικρόφωνα. Γι αυτό χρειάζεται πολύ εξάσκηση και πολλά χρόνια σπουδών.
Η δική μου φωνή ανήκει στην κατηγορία του Μπάσου. Οι περισσότεροι ρόλοι που κάνει συνήθως ένας Μπάσος είναι ο κακός, ο πατέρας ή ο βασιλιάς της ιστορίας. Κάποιοι σημαντικοί εκπρόσωποι της κατηγορίας αυτής είναι μεταξύ άλλων ο Samuel Ramey, Rene Pape, Cesare Siepi, Bonaldo Giaiotti, Nicolai Ghiaurov καθώς και σημαντικοί Έλληνες εκπρόσωποι όπως ο Νικόλαος Ζαχαρίου και ο Δημήτρης Καβράκος.
Η όπερα είναι ένα είδος που αξίζει κάποιος να εξερευνήσει αρκεί να διαλέξει τις σωστές σκηνοθεσίες και παραγωγές, όπως και κάθε άλλη τέχνη βέβαια.
Τίμος Σιρλαντζής
Μπάσος- Σολίστ στο Staatstheater am Gärtnerplatz του Μονάχου.