Με αφορμή την Διεθνή Ημέρα Μουσείων, στις 18 Μαΐου, σκέφτηκα αντί για την παρουσίαση των καλύτερων Μουσείων παγκοσμίως ή στην Ελλάδα, να γνωρίσουμε το πρώτο Μουσείο στο ελληνικό κράτος, μετά τον επαναστατικό αγώνα και την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Οθωμανούς.
Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1829, στην Αίγινα, την πρώτη πρωτεύουσα της Ελλάδας. Το 1834, με τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Αθήνα, μεταφέρεται και η έδρα του μουσείου. Το 1866 έγινε δωρεά οικοπέδου από την Ε. Τοσίτσα και της οικογένειας Μπερναρδάκη και έτσι ξεκίνησε η ανέγερση του σημερινού κτιρίου που στεγάζεται το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, σε σχέδια του L. Lange και E. Ziller. Το 1889, το Μουσείο άρχισε να υποδέχεται κοινό, έχοντας μόνιμες εκθέσεις, που αποτελούσαν τότε μέρος της σημερινής Συλλογής Προϊστορικών Αρχαιοτήτων και της Συλλογής Γλυπτών. Στη συνέχεια η έκθεση εμπλουτίστηκε με το υλικό των ανασκαφών που έγιναν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Από το 1932 μέχρι το 1939 το Μουσείο επεκτείνεται με σχέδια του αρχιτέκτονα Γ. Νομικού και κατά την παράδοση κηρύχτηκε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Για να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος καταστροφής λόγω πολέμου, οι αρχαιότητες του μουσείου εγκιβωτίστηκαν και καταχωρήθηκαν σε σκάμματα στο υπόγειο του Μουσείου. Αυτό οδήγησε στην αποτελεσματική προστασία και διαφύλαξή τους.
Κατά την Κατοχή (1941-1945) από το γερμανικό στρατό, το Μουσείο επιτάχθηκε και στις αίθουσές του εγκαταστάθηκαν διάφορες υπηρεσίες. Μετά τη λήξη, το Μουσείο επαναλειτούργησε το 1947 και μέχρι το 1964 ολοκληρώθηκε η επανέκθεση των Συλλογών του.
Στο σεισμό του 1999 το Μουσείο επλήγη και μέχρι το 2004 γίνονταν εργασίες ανακαίνισης των χώρων του και στη συνέχεια επεκτάθηκε. Μέχρι το 2009 το κοινό μπορούσε να επισκεφθεί τις ανανεωμένες, μόνιμες εκθέσεις του Μουσείου και με την ολοκλήρωση της ανακαίνισής του παρουσιάζει αρχαιότητες που καλύπτουν την περίοδο από την 6η χιλιετία π.Χ. μέχρι και τον 4ο αιώνα μ.Χ. και προέρχονται από την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο, την Ιταλία και άλλες περιοχές και αποτελούν ένα πανόραμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, των επιτευγμάτων του αλλά και των επαφών του στην ανατολική πλευρά της Μεσογείου.
Λόγω της ημέρας, θα ήθελα να μιλήσω για έναν πολύ σημαντικό αρχαιολόγο, ο οποίος αποτέλεσε παράδειγμα και κατάφερε να φέρει στο φως, μέσω των ανασκαφών που έκανε, πολλά από τα εκθέματα που υπάρχουν σήμερα σε διάφορα Μουσεία της Ελλάδας.
Μιλώ για τον παππού μου, Θεμιστοκλή Πολυζώη, έναν από τους πρώτους αρχαιολόγους της χώρας. Γεννήθηκε το 1890, στο Βόλο και σπούδασε στη Μασσαλία, χρυσοχόος- δέτης. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, γύρισε πίσω για να πολεμήσει για την πατρίδα του. Ήταν έφεδρος αξιωματικός του Ιππικού και πολέμησε στην Μικρά Ασία για τέσσερα χρόνια. Ο πόλεμος τελείωσε και ο παππούς άνοιξε μαγαζί χρυσοχοΐας στο κέντρο του Βόλου.
Όμως, η αγάπη του ήταν η Αρχαιολογία, η Ανασκαφή, ο Πολιτισμός και σκεφτόταν πως έτσι θα άφηνε μια τεράστια κληρονομιά στη χώρα. Έτσι διορίστηκε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία του Βόλου ως αρχιφύλακας αρχαιοτήτων, κάνοντας ανασκαφές, μελέτες, έρευνα και συντήρηση. Εργάστηκε για πολλά χρόνια στο πρώτο Μουσείο του Βόλου, το Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο και έχει κάνει πολλές και σημαντικές ανασκαφές στην περιοχή, με τον αρχαιολόγο Θεοχάρη, βρίσκοντας μέσα στα ευρήματα και πολλά χρυσά κοσμήματα που φυλάσσονται μέχρι και σήμερα στο Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου.
Ο παππούς ήταν πολύ καλός στις αρχαιολογικές έρευνες και έτσι του δόθηκε άδεια ανασκαφών για όλη την Ελλάδα. Τα ευρήματα πήγαιναν στο Αθανασάκειο Αρχαιολογικό Μουσείο, αφού ήταν το μοναδικό στην περιοχή και έπειτα, όταν κάθε πόλη είχε το δικό της Μουσείο, μεταφέρθηκαν.
Καθώς μιλούσε απταιστα γαλλικά, λόγω των σπουδών του στη Μασσαλία, έκανε ξενάγηση σε ομάδες τουριστών, στους αρχαιολογικούς χώρους και στο μουσείο.
Πέθανε το 1967, σε ηλικία 77 χρονών, στο Βόλο, αφήνοντας πίσω του, σε όλους εμάς, το έργο του και ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Καθώς δεν υπάρχουν αναφορές για το Θεμιστοκλή Πολυζώη στο διαδίκτυο, όλες οι πληροφορίες είναι από την κόρη του Αικατερίνη Πολυζώη και τον εγγονό του Θεμιστοκλή Ζήση.
Στο παρακάτω Link μπορείτε να αντλήσετε περισσότερες πληροφορίες για τον αρχαιολογικό χώρο της Γορίτσας, όπου μεγάλο μέρος των ανασκαφών έγιναν από τον Θεμιστοκλή Πολυζώη: